Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Της γεροντοκόρης το ανάγνωσμα

Τι διαβάζει μια hitoritana στο ράφι;
Κάθε φορά που φεύγω από το πατρικό μου, μαζί με τις σακούλες παραγεμισμένες τάπερ και ό,τι κακόγουστο έχει αγοράσει η μάνα μου την τελευταία εβδομάδα από τις προσφορές στους πάγκους του σκλαβενίτη, πάντα μα πάντα θα με φορτώσει και με ένα βιβλίο, που όλως τυχαίως της χάρισε μιά φίλη της τις προάλλες και όλως τυχαίως το θέμα του αφορά πάντα στην αποκατάσταση της εναπομείνασας κόρης και στο κυνηγητό και γράπωμα του σωστού αρσενικού.

Τα βιβλία πάντα έχουν την ίδια κατάληξη. Τα ξεφυλλίζω για λίγο στο μετρό, προσέχοντας μην δει κανείς από τους συνεπιβάτες μου τον τίτλο τους και λίγο πριν φτάσω στο σπίτι τα προσγειώνω στον μπλέ κάδο της ανακύκλωσης. Είμαι και οικολόγα η hitoritana.

Την επόμενη φορά που θα μιλήσω με τη μάνα μου, όταν με ρωτάει πως μου φάνηκαν, της λέω πως ήταν μια αποκάλυψη, πως δάκρυσα, πως νομίζω πως βρήκα τι φταίει και ούτω καθεξής. Θα μου πείτε γιατί δεν τα διαβάζω? Μόνο τους τίτλους να βλέπατε, θα καταλαβαίνατε.

Πρόκειται για ανεκδιήγητους τσελεμεντέδες τηλε-ψυχολογίας του επιστημονικού αναστήματος μιας Τένιας Μακρή και του λογοτεχνικού κύρους μιας αθλητικής κωλοφυλλάδας.

Βιβλία με τίτλους όπως:

  • "Πώς γλίτωσα το ράφι" της Καλιρρόης Παπαφλέσσα-Φρύνου
  • "Άλλη μια μέρα χωρίς βέρα" της Ασπασίας-Τασούλας Τζιτζίκη
  • "Πώς έκανα το ράφι ένα ζεστό ντιβανοκάσελο για δύο" της Ζαμπέτας-Αρχοντούλας Μητσοτάκη
  • "Τα μάγια της κουνιάδας, μού αφαίρεσαν το δικαίωμα στο στεφάνι" της Φανερωμένης Σκαραμαγκά. Με πρόλογο κι εξορκιστικές προσευχές του πατρός Καλλινίκου.
  • Πώς έβγαλα τη γειτόνισσα από τον ανταγωνισμό βελτιώνοντας τα γιουβαρλάκια μου!" της Ανδρομάχης Μπουρδόλα-Κάβουρα
Η αλήθεια είναι ότι ως γεροντοκόρη έχεις άπλετο χρόνο δικό σου και ένα καλό μυθιστόρημα μπορεί να σε κάνει να βυθιστείς σε ιπποτικούς κόσμους όπου ο πρίγκηπας πάντα καταφέρνει να ανακαλύψει την φτωχή χωριατοπούλα λίγο πριν αυτή ξεμείνει στο ράφι και να την κάνει ευτυχισμένη. Μεγάλωσα καταβροχθίζοντας τόνους μεσαιωνικών νουβέλων, όπου η πρωταγωνίστρια καταφέρνει παρόλες τις απομονώσεις σε ερμητικούς πύργους, κλειδαμπαρώματα σε σοφίτες και υπόγεια, σαρακήνικα δουλοπάζαρα, μάγεια και δαιμονισμένα κουνάβια, να συναντήσει και να παντρευτεί τον αγαπημένο της που θα την μεταφέρει στα στιβαρά του μπράτσα και θα την αποζημιώσει με ένα του χάδι για όλες τις κακουχίες. Φυσικά έχουν πάντα μεσολαβήσει οκάδες δακρύων, αναστεναγμών, πικραμένων ερωτικών επιστολών και τουλάχιστων 15 λιποθυμιών εκ μέρους της πρωταγωνίστριας.

Μεγαλώνοντας και βλέποντας πως οι ιππότες μάλλον προτιμούν νορμανδικά χωριά και αειπάρθενες χρυσομαλλούσες που ανεβοκατεβαίνουν καθημερινά στον πυργίσκο τους αγναντεύοντας τον ορίζοντα για το άσπρο άτι του μέλλοντα καβαλάρη τους, παρά μια τύπισσα που το μόνο που ανεβοκατεβαίνει καθημερινά είναι η Κηφισίας, τό'ριξα στην ποίηση.


Ποιήματα με το κιλό για το μπλέ του ουρανού, το μάταιο της ζωής, το εφήμερο της ευτυχίας, ποιήματα γεμάτα συμβολισμούς με τον κισσό που αγκάλιασε/στο κάμα του αυγουστιάτικου μεσημεριού/το παραδομένο σώμα μιας δαμασκηνιάς/και έτοιμος είναι να δαγκώσει τους πύρινους καρπούς της (δηλαδή να την απαυτώσει), ποιήματα σουρεαλισμού όπου  η στιλπνη μοναχή ελίσσεται μεταξύ ενός τριχωτού μαυροπίνακα και της αθώας πραότητας που συνάντησε μια μέρα στα μάτια ενός πορτοκαλί κομοδίνου (να του κάτσει δηλαδή του μοναχού ή όχι).

Ξεχάσου hitoritanaki.
Την χόρτασα και την ποίηση. Κι ακόμα στο ράφι. Τώρα τελευταία έχω καταλήξει να διαβάζω αυστηρώς ιστορικά βιβλία. Και δη για το Βυζάντιο. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως γιατί αναφέρονται σε αληθινές ιστορίες ανθρώπων δυστυχισμένων και με κάνουν να ξεχνιέμαι. Ίσως γιατι διαπιστώνω πως η ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη πάθη και αναστεναγμούς, πως πολλές πριν από μένα μείναν μόνες τους σε κάποιο ξεχασμένο ορεινό χωριό του δεσποτάτου της Ηπείρου ή κλειδωμένες σε ένα χωριατόσπιτο του πριγκιπάτου της Αχαϊας, καθισμένες στο πρεβάζι του παραθύρου τους να κεντάνε τα προικιά και να προσμένουν τον χωριάτη που θα διαβεί το κατώφλι τους και θα ζητήσει την βυζαντινή τους χείρα από τον πατέρα και κύρη τους.

Ίσως τελικά, αν και μια σύγχρονη hitoritana, μπορώ να ταυτιστώ πιο εύκολα με το κουρασμένο βλέμμα μιας Βυζαντινής χωριατοπούλας που απόκαμε να περιμένει τον παραγιό που θα την παντρευτεί, που τα χέρια της έχουν αρχίσει και τρέμουν και τα μάτια της δεν χαίρονται πια το φως του ήλιου όπως παλιά, έτσι όπως τα πίκρανε κι αυτά ολημερίς και ολονυχτίς στο κοπανέλι.

6 σχόλια:

  1. Το ταξιδι σας ειναι θαλασσιο και εντος ελληνικου χωρου? Αν ναι δεν υπαρχει προβλημα, τα πλοια μας ειναι ασφαλη αλλα καλου κακου παρτε μαζι σας μερικες δραμμαμινες!!!!!καλη σας ημερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Hitori Tana μου, τα καλύτερα θα έρθουν εκεί που δεν το περιμένεις. Τα μυθιστορήματα άλλωστε βγήκαν μέσα από την ζωή ;)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. koritsi mou kalo den pistevw na kaneis kammia malakia kai pantrefteis.mia pantremenh.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. @thanasis
    Βασικά το ταξίδι μάλλον θα αναβληθεί επ'αορίστου. Κω σκεφτόμουν να πάω σε μια hitoritana φίλη. Πάντως η αλήθεια είναι με τρομάξατε.

    @bluethinkeraki
    Aχ το ξέρω ρε συ. Αλλά ώρες ώρες αυτή η αναμονή είναι τόσο δύσκολη. Να'σαι καλά

    @Ανώνυμη παντρεμένη
    Το ξανάγραψα πως υπάρχουν και hitoritana παντρεμένες. Αλλά όπως και να το κάνουμε άντρα θέλω και άντρα δεν βρίσκω. Και άντρα που να θέλει να με παντρευτεί με παπά και με κουμπάρο, όχι περιστασιακούς μακάκες. Πάντως καλωσήρθες και ελπίζω να συνεισφέρεις με τα σχόλια σου ως παντρεμένη...να μας δίνεις κουράγιο και μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. καλά μόνο εγώ βρίσκω εμβριθείς, εμπνευσμένους και προκλητικούς τους τίτλους των καταπληκτικών αυτών αναγνωσμάτων; Μην αναφερθώ στις συγγραφείς τους...
    :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. @ pav

    Πέρνα καμιά βόλτα από το πατρικό μου. Το σύνθετο της μάνας μου είναι ο Ελευθερουδάκης της τηλε-ψυχανάλησης και των γιατροσοφειών για γρήγορη παντρειά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ανέβηκαν το ράφι